Δευτέρα 21 Μαΐου 2012

το εθνικό Σύστημα Υγείας

    Το ΕΣΥ παλινωδεί ανάμεσα στον νεοφιλελεύθερο σοσιαλισμό των μεν και τον κοινωνικό φιλελευθερισμό των δε, σαν μια βεμπεριανή επιχείριση που παράγει και πουλάει... υγεία, «φτιασιδωμένο» κατάλληλα, ώστε να μοιάζει κάπως με σύστημα Beveridge για να δικαιολογεί την περί κοινωνικού κράτους προεκλογική συνθηματολογία. Στην πραγματικότητα, δεν είναι παρά βιότοπος ιδιοτέλειας, κομματοκρατίας, φαυλότητας, δόλιας κατασπατάλησης δημοσίου χρήματος, που το κατέστησαν ως το περισσότερο ακριβό και λιγότερο φιλικό μεταξύ των ευρωπαϊκών ομολόγων του.

   Πρόσφατα, ένας ακόμη ανεδαφικός νόμος, για την «αναβάθμισή του», έρχεται να ρυθμίσει τον τρόπο εφημερίας των κλινικών και εργαστηριακών τμημάτων στο ΕΣΥ, ως ωμή εφαρμογή ολοκληρωτικών μεθόδων κεντρικής ετερορρυθμίσεως: εφεξής, κάθε επιμελητής επιτρέπεται να εφημερεύει δύο εργάσιμες, ένα Σάββατο και μια Κυριακή/εξαιρέσιμη, κάθε μήνα, χωρίς να αξιολογούνται οι πραγματικές ανάγκες κάθε (κλινικού ή εργαστηριακού) τμήματος, που νοσηλεύει πάσχοντες και δεν σταβλίζει αμνοερίφια. Αν απαιτούνται περισσότερες εφημερίες προβλέπεται μια βασανιστική διαδικασία προεγκρίσεων από τα επιστημονικά, διοικητικά, περιφερικά συμβούλια, ώς τους υπουργούς Υγείας και Οικονομίας.
Είναι προφανές, ότι αποκλειστικό μέλημα του υπουργείου ήταν οι περαιτέρω περικοπές των αποδοχών των ιατρών και όχι η ενίσχυση της προστασίας, της ασφάλειας και της ευόδωσης του προβλήματος των νοσηλευομένων, η προώθηση σύγχρονων μεθόδων και τεχνικών διοίκησης, διαχείρισης, με στόχο τον έλεγχο της σπατάλης και η προαγωγή του συντελούμενου επιστημονικού έργου σε τομείς, όπως η πρόληψη, η διάγνωση, η θεραπεία και η αποκατάσταση, για τα οποία ο νέος νόμος δεν έχει κάτι να εισφέρει, διότι τότε θα αύξαναν, αντί να μειώνουν τις εφημερίες των επιμελητών.
Σύμφωνα (α) με τον Διεθνή Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, που επιβάλλει την αρχή της συνηγορίας υπέρ του ασθενούς και (β) τη διακήρυξή της υπό τον νυν Γ.Γ. του ΥΥΠ «πρωτοβουλίας για τη διάσωση του ΕΣΥ, [2008-9]», και τη βιβλιογραφία, στην οποία βασίστηκε, που έθετε ως υπέρτατη την αρχή της «παροχής υπηρεσιών υψηλής ποιότητας», κάθε κλινικό και εργαστηριακό τμήμα πρέπει να εμπιστεύεται τους ασθενείς του στην ενεργό εφημερία ενός τουλάχιστον επιμελητή ιατρού.
  Εφεξής, κλινικά και εργαστηριακά τμήματα, με στελέχωση μικρότερη των 8 επιμελητών, όπως είναι στην πλειονότητά τους τα τμήματα του ΕΣΥ, θα εγκαταλείπονται ακάλυπτα από έμπειρο εφημερεύοντα, λιγότερες ή περισσότερες ημέρες κάθε μήνα.
  Υπό τις νέες συνθήκες, το ΕΣΥ θα κινείται στα όρια απρόθυμης περιθάλψεως ασθενών, καθώς οι εξελίξεις της παθολογικής εκτροπής τους θα αντιμετωπίζονται, μάλλον αδόκιμα, από ειδικευόμενους ιατρούς (με χαμηλό κόστος εφημερίας), που παρά την αφοσίωσή τους, τις άοκνες προσπάθειες και τη φιλομάθειά τους, διαθέτουν περιορισμένες γνωστικές εφεδρείες και μη ακόμη εκδιπλωμένες ιατρικές δεξιότητες. Χωρίς καθοδήγηση και εξοπλισμένοι με τη γνωστή προπτυχιακή εκπαίδευση, καταφεύγουν σε υπερβολικό αριθμό παρακλινικών εξετάσεων, ανεβάζοντας υπερβολικά το κόστος νοσηλείας.
   Η ασήμαντη περιστολή δαπανών για ασφαλείς εφημερίες από ειδικευμένους ιατρούς θα προκαλέσει διόγκωση των δημόσιων και ιδιωτικών δαπανών περιθάλψεως, επιδείνωση των δεικτών ενδονοσοκομειακής νοσηρότητας και αύξηση του συναισθηματικού κόστους για τους ασθενείς.
   Αλλά, δυστυχώς, ούτε τη δολιότητα της αρπαχτής ούτε την ανηθικότητα της αρνήσεως περιθάλψεως ασθενούς μπορούν οι νοσοκομειακοί ιατροί να καταγγείλουν, χωρίς αμέσως να κατηγορηθούν για συντεχνιακές ιδεοληψίες και ωφελιμιστικές επιδιώξεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου